Η πλειονότητα των παραγωγών εστίασε στο μείζον θέμα της έλλειψης εργατικών χεριών.
Επικεφαλής συνεταιρισμών της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘ.Ε.Α.Σ.), και οι ίδιοι παραγωγοί, μίλησαν για την εξέλιξη της φετινής ελαιοκομικής περιόδου, αλλά και για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν με την παραγωγή του ελαιολάδου.
Η πλειονότητα εστίασε στο μείζον θέμα της έλλειψης εργατικών χεριών, στο κόστος της παραγωγής, αλλά και στο ρόλο που διαδραματίζουν και καλούνται, να διαδραματίσουν, οι ελαιοκομικοί φορείς.
Μειωμένη παραγωγή ελαιόλαδου σε ευρωπαϊκές χώρες
Αρχικά, σύμφωνα με τα φετινά στοιχεία, οκτώ κύριες χώρες παραγωγής ελαιολάδου της Ευρώπης θα παράγουν συνολικά 1,5 εκατομμύριο τόνους ελαιόλαδο, πολύ κάτω, δηλαδή, από τους 2,27 εκατομμύρια τόνους του περασμένου έτους.
Ωστόσο στην Ελλάδα, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Διεθνούς Συμβουλίου Ελιάς προβλέπεται ότι θα είναι η πιο καρποφόρα συγκομιδή από το 2006/07, πράγμα που επιβεβαιώνουν και οι πέντε επικεφαλής των Συνεταιρισμών που μιλήσαμε.
Συγκεκριμένα, συνολικά οι Έλληνες παραγωγοί αναμένεται να παράγουν 350.000 τόνους ελαιόλαδου, σημαντικά υψηλότερα από τον μέσο όρο της πενταετίας των 262.000 τόνων, αύξηση δηλαδή της τάξεως του 34% περίπου.
Από την άλλη πλευρά παρατηρείται μείωση στην παραγωγή της Ισπανίας, φτάνοντας στους 780.000 τόνους, χαμηλότερα ακόμα και από την καλλιεργητική περίοδο του 2012/13, που χαρακτηρίστηκε ως «κακή».
Στην Ιταλία, η οποία παραδοσιακά είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο, η συγκομιδή αναμένεται να μειωθεί στους 235.000 τόνους, τη χαμηλότερη από το 2018/19, ενώ στην Πορτογαλία, οι αποδόσεις μειώθηκαν από το υψηλό ρεκόρ του προηγούμενου έτους στους 125.000 τόνους.
Πώς σχολιάζουν οι 5 επικεφαλής συνεταιρισμών τη φετινή ελαιοκομική χρονιά
«Η εκτίμηση που έχω για την ελαιοκομική περίοδο 2022/2023 από πλευράς παραγωγής και ποιότητας θα είναι καλύτερη από το 2020/2021. Συγκεκριμένα από πλευράς τιμών, το ελαιόλαδο εκεί που πωλείται φέτος, δεν έχει ξαναφτάσει ποτέ στο παρελθόν και είναι περίπου 30-35% υψηλότερη από το μέσο όρο της περσινής χρονιάς» δήλωσε ο κ. Νικόλαος Προκοβάκης, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΘ.Ε.Α.Σ. και Πρόεδρος της ΕΑΣ Λακωνίας ΑΕΣ Α.Ε.. Ερωτηθείς για τις τιμές, δήλωσε πως «στη Λακωνία κυμαίνονται από 4,90 – 5,20 ευρώ, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα γύρω στα 4,70 – 5,00 ευρώ / κιλό». Ο ίδιος αναφέρθηκε και στο θέμα έλλειψης εργατικών χεριών, ένα πρόβλημα που παρατηρείται και σε άλλους κλάδους τους αγροτικού τομέα, το οποίο όπως δήλωσε έχει αφήσει πίσω την παραγωγή σε όλη τη χώρα.
«Εμείς πραγματοποιούμε τυποποίηση με τα μικρά μέσα που διαθέτουμε, δεν είναι εύκολο πράγμα. Αν καταφέρναμε ως χώρα να εξάγουμε το ελαιόλαδο μας ως τυποποιημένο προϊόν, αντιλαμβάνεστε πως το κέρδος για το προϊόν και για τη χώρα θα ήταν μεγαλύτερο. Η τυποποίηση δίνει πιο σταθερές τιμές» δήλωσε και πρόσθεσε: «Ένα τυποποιημένο ελαιόλαδο πέρα ότι έχει πιο σταθερή αξία, ταυτόχρονα με την τυποποίηση δουλεύουν και οι ελληνικοί συνεταιρισμοί και επιχειρήσεις».
«Το ελαιόλαδο θα είναι στα καλύτερά του»
Για τη φετινή ελαιοκομική χρονιά μίλησε και ο Πρόεδρος της «Παναιγιάλειου Ένωσης Συνεταιρισμών ΑΕΣ» κ. Αθανάσιος Σωτηρόπουλος, για την οποία σχολίασε πως «το ελαιόλαδο θα είναι στα καλύτερά του, πιστεύω θα χτυπήσει ρεκόρ 20ετίας. Από πλευράς τόσο παραγωγής, όσο και τιμών είναι μια πολύ καλή χρονιά γενικά για τη χώρα. Αν αναλογιστούμε πως οι ανταγωνίστριες χώρες, η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν μειωμένες παραγωγές, εμείς είμαστε στην ευχάριστη θέση να πούμε ότι έχουμε μια καλή χρονιά». Για τις τιμές, ο κ. Σωτηρόπουλος ανέφερε πως στο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο κυμαίνονται από τα 4,50 μέχρι 4,85 ευρώ / κιλό.
Τέλος, για το ζήτημα των εργατικών χεριών, ως μέλος και του Δ.Σ. της ΕΘ.Ε.Α.Σ., ο κ. Σωτηρόπουλος τόνισε πως «προσπαθούμε να πείσουμε το υπουργείο να λάβει κάποια μέτρα και να άρει κάποιους αναχρονιστικούς κανονισμούς». «Είναι κρίμα να χάνονται παραγωγές και χρήματα από τη χώρα» πρόσθεσε.
Σχετικά με το ερώτημα, αν μπορεί να δώσει κάτι υπεραξία σαν χώρα, ο ίδιος υπογράμμισε πως «έχουμε ένα πλεονέκτημα σαν χώρα συγκριτικά με την Ισπανία και την Ιταλία που δεν έχουν τόσο μεγάλο ποσοστό του έξτρα παρθένου ελαιόλαδου. Εμείς πρέπει να δώσουμε βάρος με τη βοήθεια του υπουργείου και να γίνονται έλεγχοι, ώστε το ελληνικό ελαιόλαδο να φεύγει πλέον κατά μεγάλες ποσότητες τυποποιημένο και όχι χύμα, με την επωνυμία. Κάνω και μία πρόταση, εκτός από την σφραγίδα της περιοχής, να υπάρχει ένα σήμα που να αναφέρεται πως είναι ελληνικό ελαιόλαδο, γιατί πράγματι είναι το καλύτερο».
Ερωτηθείς για τον ρόλο των ελαιοκομικών φορέων, δήλωσε πως είναι πάρα πολύ σημαντικός. «Τόσο στη δική μας περιοχή, όσο και σε άλλες περιοχές έχουν βοηθήσει πάρα πολύ τον παραγωγό και τους οργανισμούς που ασχολούνται με το ελαιόλαδο» ανέφερε χαρακτηριστικά. «Είμαστε σε κουβέντα με το υπουργείο, ώστε να αναδιαμορφωθούν ορισμένοι κανονισμοί προς το καλύτερο, για να μπορέσουμε, να λειτουργήσουμε και τη νέα τριετία».
Να αναφέρουμε, επίσης, πως εδώ και δέκα μέρες η Παναιγιάλειος Ένωση Συνεταιρισμών ΑΕΣ έχει ανοίξει ένα υπερσύγχρονο ελαιοτριβείο για το οποίο θα γίνει ειδικό αφιέρωμα.
Από την πλευρά του ο Πρόεδρος του Αγροτικού Ελαιοπαραγωγικού Συνεταιρισμού Ροβιών, κ. Νίκος Βαλλής στάθηκε και αυτός στο πρόβλημα της έλλειψης εργατικών χεριών. Επιπλέον, δήλωσε χαρακτηριστικά «στη δική μας περιοχή υπήρξε και μια επίθεση του δάκου και δεν μπορέσαμε να το ελέγξουμε γιατί είμαστε κυρίως βιοκαλλιεργητές».
Με την σειρά του και ο Εμμανουήλ Κουγιουμτζής, Πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μυλοποτάμου ανέφερε πως πρόκειται για μια καλή ελαιοκομική χρονιά και από άποψη παραγωγής και από άποψη τιμών. Ερωτηθείς για τις τιμές ανέφερε πως το ελαιόλαδο κυμαίνεται στα 4,60-4,80 ευρώ/ κιλό.
«Για την ελαιοκομική χρονιά μέχρι αυτήν την στιγμή η μία πλευρά αναφέρει πώς πηγαίνει καλά, ωστόσο όπως διαμορφώνονται τα εργατικά και το κοστολόγιο παραγωγής, προσωπικά θεωρώ ότι δεν θα είναι καλή. Απλά θα είναι μία χρονιά που θα καλύψει τα έξοδα των παραγωγών» ανέφερε από την πλευρά του μιλώντας στην ΕΘ.Ε.Α.Σ. ο κ. Κωνσταντίνος Τζαβάρας προσθέτοντας πως «οι επιδοτήσεις των λιπασμάτων ήταν πολύ χαμηλές σε σχέση με τις αυξήσεις που έγιναν».
Ερωτηθείς για την παραγωγή του ελαιόλαδου και κατά πόσο πωλούνται οι ποσότητες, ο κ. Τζαβάρας απάντησε: «Αρκετές ποσότητες πωλούνται για να πληρώσουν οι παραγωγοί τα έξοδα. Η τιμή του ελαιόλαδου κυμαίνεται στα 4,5 – 5 ευρώ ανάλογα με το ελαιόλαδο που παράγει ο καθένας». Ο κ. Τζαβάρας ξεκαθάρισε πως το ζήτημα των εργατικών χεριών δεν τίθεται μόνο στην συγκομιδή, καθώς χρειάζονται άτομα εξίσου και στην καλλιέργεια.
Ο Πρόεδρος της Ένωσης Δασικών Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΔΑΣ) Ευβοίας κλείνοντας δήλωσε πως: «η Πολιτεία θα πρέπει να παρέμβει σε όλους τους τομείς παραγωγής τόσο του ελαιολάδου, όσο και στα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα». «Οι ελαιοκομικοί φορείς έχουν σημαντικό ρόλο στη διακίνηση του ελαιόλαδου, στην προστασία της τιμής, αλλά και εκείνοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα και δεν τους δίνεται η ευκαιρία να προσφέρουν αυτό που πραγματικά μπορούν».