Περίπου 160 εκατομμύρια τόνους νωπού γάλακτος το 2022, παρήγαγαν οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις της ΕΕ, γεγονός που υποδηλώνει τη μείωση κατά 0,3 εκατομμύρια τόνους, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat.
Η συντριπτική πλειονότητα του νωπού γάλακτος, που ανέρχεται σε περίπου 149,9 εκατ. τόνους παραδόθηκε στα γαλακτοκομεία, ενώ το υπόλοιπο χρησιμοποιήθηκε απευθείας στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις για την παραγωγή μιας σειράς φρέσκων και μεταποιημένων γαλακτοκομικών προϊόντων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία μεταξύ άλλων προϊόντων, τα γαλακτοκομεία το 2022 παρήγαγαν:
- 22,5 εκατομμύρια τόνους γάλακτος κατανάλωσης
- 7,7 εκατομμύρια τόνοι οξινισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων από 6,0 εκατομμύρια τόνους πλήρους γάλακτος και 1,7 εκατομμύρια τόνους αποκορυφωμένου γάλακτος·
- 2,3 εκατομμύρια τόνοι βουτύρου από 46,4 εκατομμύρια τόνους πλήρους γάλακτος
- 10,4 εκατομμύρια τόνους τυριού από 59,2 εκατομμύρια τόνους πλήρους γάλακτος
- 16,9 εκατομμύρια τόνους αποκορυφωμένου γάλακτος.
Από κοινού, η παραγωγή τυριού και βουτύρου χρησιμοποιούσε το 70% του πλήρους γάλακτος που διατίθεται στα γαλακτοκομεία στην ΕΕ.
Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Γερμανία ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός γάλακτος κατανάλωσης (19% του συνόλου της ΕΕ), βουτύρου (20%), οξινισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως γιαούρτια (29%) και τυριά (22%). Η Γαλλία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός βουτύρου και τυριού (18% του συνόλου σε κάθε προϊόν).
Η Γερμανία, μαζί με την Ισπανία (15% του συνόλου της ΕΕ), τη Γαλλία (13%), την Ιταλία (11%) και την Πολωνία (9%) αντιπροσώπευαν τα δύο τρίτα του γάλακτος κατανάλωσης που παράγεται στην ΕΕ το 2022.
Άλλες χώρες της ΕΕ ήταν βασικοί παραγωγοί άλλων νωπών και βιομηχανοποιημένων γαλακτοκομικών προϊόντων: η Ολλανδία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός οξινισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων στην ΕΕ (15% του συνόλου), ο τέταρτος μεγαλύτερος σε τυρί (9%) και ο πέμπτος βούτυρο (10%), ενώ η Ιρλανδία ήταν ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός βουτύρου (13% του συνόλου της ΕΕ) και η πέμπτη μεγαλύτερη σε οξινισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα (7%).