Τεχνικό δελτίο γεωργικών προειδοποιήσεων εξέδωσε το Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών, Ποιοτικού & Φυτοϋγειονομικού Ελέγχου Θεσσαλονίκης για τις ασθένειες σε ροδακινιά και βερικοκιά.
Μονίλια ροδακινιάς
Το παθογόνο διαχειμάζει ως μυκήλιο σε μουμιοποιημένους καρπούς πάνω στο δένδρο και σε έλκη προσβεβλημένων κλαδίσκων. Από αυτούς τους καρπούς και τα έλκη, προέρχονται οι πρωτογενείς μολύνσεις που μολύνουν τα άνθη.
Σημαντικό μέτρο πρόληψης της ασθένειας είναι η εξαφάνιση των αρχικών εστιών μόλυνσης. Αυτό μπορεί να γίνει με τον καθαρισμό και την καταστροφή όλων των κλάδων που φέρουν έλκη, καθώς και των μουμιοποιημένων καρπών στα δέντρα και το έδαφος. Οι ανθήρες και το στίγμα αποτελούν τα ευαίσθητα όργανα του άνθους που μπορεί να προσβληθούν από τη μονίλια (στάδιο D – E). Οι πρωτογενείς μολύνσεις γίνονται με βροχή ή υψηλή υγρασία (απαιτούν 17- 24 ώρες διύγρανση φύλλου), σε θερμοκρασία 5-27οC.
Οι καιρικές συνθήκες (θερμοκρασία – σχετική υγρασία) των τελευταίων ημερών ευνοούν την ανάπτυξη της ασθένειας. Επιπλέον σύμφωνα με την ΕΜΥ προβλέπονται για την Κεντρική Μακεδονία τοπικές βροχοπτώσεις από την Τετάρτη το απόγευμα, οι οποίες θα συνεχιστούν μέχρι και το Σαββατοκύριακο.
Οι περισσότερες ποικιλίες σε όλες τις περιοχές βρίσκονται στα ευαίσθητα στάδια. Συστήνεται η κάλυψη των οπωρώνων (όταν το επιτρέψουν οι καιρικές συνθήκες) στο στάδιο από τη ρόδινη κορυφή έως 5% άνθησης.
Βαμβακάδα ροδακινιάς
Να γίνει δειγματοληπτικός έλεγχος στους βλαστούς των δέντρων και εάν διαπιστωθεί παρουσία ασπιδίων κοκκοειδών σε ποσοστό περισσότερο του 25%, να γίνει επέμβαση στο στάδιο της ρόδινης κορυφής (στάδιο D) με θερινά λάδια. Η επέμβαση αυτή ελέγχει αποτελεσματικά και τα χειμερινά αυγά του κόκκινου τετράνυχου και τα αυγά αφίδων.
Εάν στην παραπάνω επέμβαση χρησιμοποιηθεί μισή δόση θερινού λαδιού και προστεθεί ένα εγκεκριμένο εντομοκτόνο επιτυγχάνεται ταυτόχρονη καταπολέμηση των προνυμφών ορισμένων λεπιδοπτέρων, όπως του Φυλλοδέτη (Adoxophyes orana Fischer von Rosslerstamm, Lepidoptera: Torticidae), της Ανάρσιας (Anarsia lineatella Zeller, Lepidoptera: Gelechiidae) και του Βλαστορύκτη (Καρπόκαψα ροδακινιάς) (Grapholitha molesta Busck, Lepidoptera: Torticidae). Το έντομο προσβάλλει και την ακτινιδιά. Συστήνονται εφαρμογές την περίοδο της βλάστησης με θερινά λάδια (Paraffin oil). Να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην εφαρμογή διότι το έντομο βρίσκεται σε προφυλαγμένες θέσεις.
Μονίλια βερικοκιάς
Το παθογόνο διαχειμάζει ως μυκήλιο σε μουμιοποιημένους καρπούς πάνω στο δένδρο και σε έλκη προσβεβλημένων κλαδίσκων. Από αυτούς τους καρπούς και τα έλκη, προέρχονται οι πρωτογενείς μολύνσεις που μολύνουν τα άνθη. Οι πρωτογενείς μολύνσεις γίνονται με βροχή ή υψηλή υγρασία, σε θερμοκρασία 5-27οC.
Σημαντικό μέτρο πρόληψης είναι η απομάκρυνση των βλαστών που φέρουν προσβεβλημένα άνθη ή έλκη όσο το δυνατό νωρίτερα, ώστε να μειώνεται το διαθέσιμο μόλυσμα για προσβολές των καρπών αργότερα στην καλλιεργητική περίοδο. Τα βλαστικά στάδια C έως F είναι ευαίσθητα μολύνσεων από τον μύκητα.
Συστήνεται επέμβαση στους οπωρώνες, όπου δεν έχει γίνει πρόσφατα, όταν το επιτρέψουν οι καιρικές συνθήκες. Εάν παραταθεί η άνθηση μπορεί να χρειαστεί επανάληψη. Η χρήση μιγμάτων εντομοκτόνων (π.χ. πυρεθρινοειδών) με μυκητοκτόνα (π.χ. τριαζολικών) προκαλεί συνεργιστικό πολλαπλασιασμό της μελισσοτοξικότητας των εντομοκτόνων, εξαιτίας παρεμβολής στον μεταβολισμό του εντομοκτόνου στο σώμα της μέλισσας. Ακόμη και ήπια εντομοκτόνα όταν εφαρμόζονται σε μίγμα με ορισμένα μυκητοκτόνα αποκτούν μελισσοτοξική δράση.
Η οποιαδήποτε ανάμιξη στο ψεκαστικό βυτίο μυκητοκτόνων με εντομοκτόνα θα πρέπει να γίνει εκτός της περιόδου άνθησης (π.χ. μετά την πτώση των πετάλων των πυρηνοκάρπων), σε στάδιο δηλαδή που δεν προσελκύει τις μέλισσες.