Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε την έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης για το 2024, η οποία περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ διαχειρίστηκε πρωτοφανείς προκλήσεις στο τοπίο της ενεργειακής πολιτικής κατά τη διάρκεια της θητείας της παρούσας Επιτροπής, εξοπλίζοντας την ΕΕ με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την επιδίωξη της μετάβασης σε καθαρές μορφές ενέργειας και θέτοντας τα θεμέλια για ανανεωμένη οικονομική ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα.
Είναι κρίσιμο το γεγονός ότι, τα τελευταία χρόνια, η ΕΕ κατάφερε να αντιμετωπίσει κρίσιμους κινδύνους για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της, να ανακτήσει τον έλεγχο της αγοράς ενέργειας και των τιμών και να επιταχύνει τη μετάβαση προς την κλιματική ουδετερότητα:
- Η παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας σπάει νέα ρεκόρ δυναμικότητας. Το πρώτο εξάμηνο του 2024, το ήμισυ της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ προήλθε από ανανεώσιμες πηγές.
- Το μερίδιο του ρωσικού φυσικού αερίου στις εισαγωγές της ΕΕ μειώθηκε από 45 % το 2021 σε 18 % έως τον Ιούνιο του 2024, ενώ οι εισαγωγές από αξιόπιστους εταίρους όπως η Νορβηγία και οι ΗΠΑ έχουν αυξηθεί.
- Μειώθηκε τη ζήτηση φυσικού αερίου μεταξύ Αυγούστου 2022 και Μαΐου 2024 κατά 138 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.
- Η ΕΕ πέτυχε τον στόχο της για χειμερινή αποθήκευση φυσικού αερίου σε ποσοστό 90 % στις 19 Αυγούστου 2024, πολύ πριν από την προθεσμία της 1ης Νοεμβρίου.
- Οι τιμές της ενέργειας είναι πιο σταθερές και παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες από τα μέγιστα επίπεδα της ενεργειακής κρίσης του 2022.
- Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου της ΕΕ μειώθηκαν κατά 32,5 % από το 1990 έως το 2022, ενώ η οικονομία της ΕΕ αναπτύχθηκε κατά περίπου 67 % την ίδια περίοδο.
- Σε διεθνές επίπεδο, η ΕΕ ηγήθηκε της παγκόσμιας πρωτοβουλίας για τριπλασιασμό της δυναμικότητας ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και διπλασιασμό των βελτιώσεων της ενεργειακής απόδοσης στο πλαίσιο της μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα, η οποία εγκρίθηκε από όλα τα μέρη στην COP28 στο Ντουμπάι.
Έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η αιολική ενέργεια ξεπέρασε το φυσικό αέριο και έγινε η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ μετά την πυρηνική ενέργεια και μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2024 οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παρήγαγαν το 50 % της ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ. Το 2022 η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας στην ΕΕ ανανέωσε την πτωτική της τάση, υποχωρώντας κατά 4,1%.
Ωστόσο, οι προσπάθειες ενεργειακής απόδοσης θα πρέπει να ενταθούν περαιτέρω προκειμένου η ΕΕ να επιτύχει τον στόχο μείωσης της τελικής κατανάλωσης ενέργειας κατά 11,7 % έως το 2030. Απαιτείται περαιτέρω βελτίωση, ιδίως όσον αφορά τον εξηλεκτρισμό του εξοπλισμού θέρμανσης σε όλους τους τομείς και τον ρυθμό ανακαίνισης των κτιρίων. Απαιτούνται ενισχυμένες προσπάθειες για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών της ενέργειας. Αυτό είναι καίριας σημασίας για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας της ΕΕ και την επιτάχυνση των επενδύσεων στα ολοκληρωμένα δίκτυα υποδομών της Ευρώπης, τα οποία είναι απαραίτητα για τον εξηλεκτρισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Η έκθεση υπενθυμίζει ότι όλα τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλουν τα τελικά επικαιροποιημένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα το συντομότερο δυνατόν, ώστε να διασφαλιστεί η συλλογική επίτευξη των ενεργειακών και κλιματικών στόχων για το 2030.
Η αξιολόγηση των προσχεδίων επικαιροποιημένων ΕΣΕΚ που δημοσιεύθηκαν τον Δεκέμβριο του 2023 δείχνει ότι τα κράτη μέλη έχουν κάνει ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά αυτό δεν επαρκεί ακόμη για τη μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030 και πρέπει να λάβουν υπόψη τις συστάσεις της Επιτροπής για τα τελικά τους σχέδια. Η Κομισιόν δημοσίευσε επίσης έκθεση σχετικά με τη λειτουργία του κανονισμού για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, η οποία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο κανονισμός διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ΕΕ σε καλό δρόμο για την επίτευξη των στόχων της για το 2030, καθιστώντας τον σχεδιασμό και την υποβολή εκθέσεων πιο συνεκτικά, ολοκληρωμένα και απλούστερα.
Στο μέλλον θα πρέπει να αντιμετωπιστούν νέες και αναδυόμενες προκλήσεις, όπως το σημερινό χάσμα φιλοδοξιών όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τους στόχους ενεργειακής απόδοσης, η αύξηση της ενεργειακής φτώχειας, η διαφορά των τιμών της ενέργειας σε σύγκριση με άλλους παγκόσμιους ανταγωνιστές και ο κίνδυνος νέων στρατηγικών κρίσιμων εξαρτήσεων. Θα απαιτήσουν αποφασιστική πολιτική απάντηση και ριζική αλλαγή των προσπαθειών σε επίπεδο ΕΕ και κρατών μελών, μέσω μεγαλύτερου συντονισμού, ολοκλήρωσης της αγοράς και κοινής δράσης.