Μειωμένη κατά 3,2% ήταν το 2023, η αξία του εμπορίου (εισαγωγές και εξαγωγές) αγροτικών προϊόντων μεταξύ της ΕΕ και των αγορών σε παγκόσμιο επίπεδο, η οποία ανήλθε σε 410,9 δισ. ευρώ, 13,5 δισ. ευρώ λιγότερο από το 2022 (424,4 δισ. ευρώ).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η ΕΕ εξήγαγε αγροτικά προϊόντα αξίας 228,6 δισ. ευρώ και εισήγαγε 182,3 δισ. ευρώ, δημιουργώντας πλεόνασμα 46,3 δισ. ευρώ. Η αξία των εξαγωγών μεταξύ 2022 και 2023 παρέμεινε σταθερή, ενώ υπήρξε αισθητή μείωση στην αξία των εισαγωγών (-6,8%).
Μεταξύ 2013 και 2023, το εμπόριο αγροτικών προϊόντων της ΕΕ αυξήθηκε κατά 56,2% (από 263,1 δισεκατομμύρια ευρώ σε 410,9 δισεκατομμύρια ευρώ), που ισοδυναμεί με μέση ετήσια αύξηση 4,6%. Την περίοδο αυτή, οι εξαγωγές αυξήθηκαν ταχύτερα (4,7%) από τις εισαγωγές (4,4%).
Οι μεγαλύτεροι εταίροι εξαγωγών και εισαγωγών
Όσον αφορά τους εξαγωγικούς εταίρους, το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν ο κυριότερος με μερίδιο 22% στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων της ΕΕ (που ισοδυναμεί με 48,6 δισ. ευρώ), ακολουθούμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες (12%, 27,5 δισ. ευρώ), την Κίνα (6% 13,5 δισεκατομμύρια ευρώ), την Ελβετία (5%· 12,1 δισεκατομμύρια €), την Ιαπωνία (3%· 7,2 δισεκατομμύρια €) και τη Ρωσία (3%· 6,6 δισεκατομμύρια €).
Οι εισαγωγές της ΕΕ προέρχονταν κυρίως από τη Βραζιλία (9%· 16,9 δισεκατομμύρια €), το Ηνωμένο Βασίλειο (8%· 15,8 δισεκατομμύρια €), την Κίνα (7%· 13,3 δισεκατομμύρια €), τις Ηνωμένες Πολιτείες (7%· € 13,1 δισεκατομμύρια), την Ουκρανία (5%· 9,5 δισ. €) και τη Νορβηγία (5%· 9,2 δισ. €).