Το 2023, το 24,5% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ προήλθε από ανανεώσιμες πηγές, ποσοστό αυξημένο κατά 1,4 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2022.
Το ποσοστό αυτό υπολείπεται κατά 18 ποσοστιαίες μονάδες (π.μ.) για την επίτευξη του στόχου για το 2030 (42,5%), γεγονός που θα απαιτούσε μέση ετήσια αύξηση 2,6 εκατοστιαίων μονάδων από το 2024 έως το 2030.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, που δημοσίευσε πρόσφατα η Eurostat, η Σουηδία κατέλαβε την πρώτη θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ, με τα 2/3 (66,4%) της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές το 2023. Η Σουηδία βασιζόταν κυρίως στα στερεά βιοκαύσιμα, την υδροηλεκτρική και την αιολική ενέργεια. Η Φινλανδία ακολούθησε με 50,8%, βασιζόμενη επίσης σε στερεά βιοκαύσιμα, αιολικά και υδροηλεκτρικά, ενώ η Δανία ήρθε τρίτη με 44,9%, με το μεγαλύτερο μέρος της ανανεώσιμης ενέργειας να προέρχεται από στερεά βιοκαύσιμα και αιολική ενέργεια.
Στη χώρα μας, το ποσοστό να κυμαίνεται στο 25,3%, λίγο πάνω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα χαμηλότερα μερίδια ανανεώσιμων πηγών ενέργειας καταγράφηκαν στο Λουξεμβούργο (11,6%), το Βέλγιο (14,7%) και τη Μάλτα (15,1%).